Μικρή ιστορία: Ένα τεράστιο κενό

Άλλη μία μέρα στα δικαστήρια. Είμαι στο μεγάλο σχολείο της ζωής, ή αλλιώς “Α΄Αυτόφωρο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Αθηνών” και περιμένω να πάρω μία αναβολή για τριήμερο (δικαίωμα του κατηγορουμένου όταν έχει συλληφθεί επ’ αυτοφώρω). Η πρόεδρος προτάσσει τις αναβολές. Την παίρνω και φεύγω. Ξεκινάω με τα πόδια να πάω στο γραφείο, το οποίο βρίσκεται ένα μισάωρο μακριά. Στον δρόμο σκέφτομαι, πρέπει να κάνω μία στάση στο σπίτι για να χέσω γιατί βασανίζομαι από την στιγμή που ξύπνησα. Προχωρώ εντείνοντας το βήμα μιας και το κάλεσμα της φύσης γινόταν όλο και πιο επιτακτικό. Φτάνω στην εξώπορτα.

Δεν βρίσκω τα κλειδιά και έχουν ήδη ξεκινήσει τα προεόρτια. Τρελαίνομαι. Ακουμπάω την τσάντα πάνω σε ένα πεζούλι και αρχίζω να ψαχουλεύω. Τίποτα. Χέζομαι απίστευτα. Τελικά, τα βρίσκω. Ήταν στην κωλότσεπη. Ανοίγω και τρέχω στο ασανσέρ. Βλέπω ότι είναι φωτισμένο στον 6ο όροφο, “Γαμώ”, πατάω γρήγορα το κουμπί να έρθει. Φτάνει. Μπαίνω μέσα σίφουνας για να προλάβω την καταστροφή, ενώ κρύος ιδρώτας αρχίζει να με λούζει. Πρώτος, δεύτερος, τρίτος, τέταρτος, πέμπτος. Τα μακρύτερα 30’ της ζωής μου. Ξεκλειδώνω την πόρτα, πετάω την τσάντα μου στον καναπέ. Μπαίνω στην τουαλέτα, βγάζω το σακάκι και το πετάω κάπου χωρίς να στοχεύω και κάθομαι στον θρόνο. Ένα κλάσμα του δευτερολέπτου μετά ξεκινά η απελευθέρωση. Μία ανακούφιση σαν να σου πειράζει μία γυναίκα τον πούτσο για ώρες και επιτέλους να χύνεις, σαν να πίνεις νερό μετά από ώρες κάτω από τον καλοκαιρινό ήλιο. Είμαι σε έκσταση και αναγνωρίζω την αποτελεσματική κένωση ως μία από τις μεγαλύτερες απολαύσεις του ανθρώπου. Τελειώνω γρήγορα και μπαίνω κατευθείαν για μπάνιο, ελπίζοντας ότι είχε ζεστό νερό. Είχε, πάλι κωλόφαρδος ήμουν. Βγήκα από το μπάνιο. Πήρα τηλέφωνο στο γραφείο και τους είπα ότι δεν θα πήγαινα σήμερα. Ένιωθα μέσα μου ένα τεράστιο κενό.

-Αλκιβιάδης